Την είδηση της διάρρηξης της Πινακοθήκης μετέδωσαν τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά πρακτορεία του κόσμου, όπως το Reuters και το Associated Press, ενώ δεν έλειψε σχεδόν κανένα βρετανικό μέσο ενημέρωσης, που να μην αναφερθεί σ' αυτήν. Το BBC, η διαδικτυακή έκδοση της Daily Mail και της εφημερίδας The Guardian αφιέρωσαν αρκετό χώρο, ενώ το ρεπορτάζ αναπαράχθηκε όχι μόνο από τα ισπανικά media αλλά και από τα αμερικανικά (σε μικρότερο βαθμό) καθώς και τα αραβικά (αναφέρουμε για παράδειγμα τον ιστότοπο emirates 247.com).
Τα έργα που εκλάπησαν ήταν:
Το «Γυναικείο κεφάλι», λάδι σε μουσαμά διαστάσεων 56 x 40 εκατοστών, φιλοτεχνημένο από τον Πικάσο το 1939.
Σχέδιο του 17ου αιώνα που απεικονίζει τον «Αγιο Giego de Alcala σε έκσταση με την Αγία Τριάδα και τα σύμβολα του πάθους» , σε χαρτί, πένα με αραιωμένη σέπια, 27 x 16,8 εκ.
Ο «Μύλος» έργο του Ολλανδού ζωγράφου Πιτ Μοντριάν, λάδι σε μουσαμά διαστάσεων 35 x 44, το οποίο απεικονίζει έναν ανεμόμυλο κατά μήκος του ποταμού Gaasper Trekvaart και φιλοτεχνήθηκε το 1905.
Οι αρμόδιοι αξιωματικοί χαρακτηρίζουν τη ληστεία ως «επαγγελματική» δουλειά, πολύ καλά προετοιμασμένη και απολύτως στοχευμένη. «Οι δράστες ήξεραν τι έκαναν και εκτέλεσαν την αποστολή τους με επιτυχία».
Την ίδια στιγμή, πολλά είναι τα ερωτήματα που εγείρονται για το ποιος είναι ο εντολοδόχος της ληστείας αυτής, αλλά και πώς οι δράστες κατάφεραν να μπουν και να κλέψουν τα πολύτιμα αυτά έργα σε μια περιοχή που θεωρείται από τις πιο ασφαλείς της Αθήνας.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Χρήστος Παπουτσής χαρακτήρισε ως «ανύπαρκτο» τον μηχανισμό ασφαλείας στην Πινακοθήκη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά πως «υπήρξε μόνο ένας φύλακας, ο οποίος ήταν μέσα στο Μουσείο και ενώ άκουσε τέσσερις με πέντε φορές τον συναγερμό να χτυπάει, ενημέρωσε την αρμόδια ιδιωτική ασφάλεια με καθυστέρηση ωρών».
Οπως έχει προκύψει από τη μέχρι στιγμής έρευνα, ο δράστης ή οι δράστες ξεκίνησαν την «επιχείρησή» τους το βράδυ της Κυριακής. Ακριβώς στις 19.58 ενεργοποίησαν τη δέσμη συναγερμού της Πινακοθήκης και παραβίασαν την μπαλκονόπορτα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του κτιρίου, χωρίς όμως να την ανοίξουν.
Οταν ήχησε ο συναγερμός, ο φύλακας πήγε να ελέγξει εσωτερικά τον χώρο, αλλά δεν διαπίστωσε παρουσία ατόμων ή ίχνη διάρρηξης και απλώς απενεργοποίησε τον συναγερμό.
Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε τέσσερις συνολικά φορές. Χωρίς να κάνουν την παρουσία τους εμφανή, οι δράστες ενεργοποιούσαν τον συναγερμό και κάθε φορά, ο φύλακας που πήγαινε στο σημείο δεν διαπίστωνε το οτιδήποτε.
Την ίδια στιγμή, χρονομετρούσαν και τις κινήσεις τους, προκειμένου να είναι σίγουροι για την επιτυχή ολοκλήρωση του «έργου» τους.
Την πέμπτη φορά που επανέλαβαν τη διαδικασία το ρολόι έδειχνε 4.30 περίπου. Οι δράστες ήταν έτοιμοι να εφαρμόσουν το σχέδιό τους, βασισμένοι και στα μειωμένα -λόγω των προηγούμενων «μάταιων» συναγερμών- αντανακλαστικά του φύλακα. Ανοιξαν την αλουμινένια πόρτα που ήδη είχαν παραβιάσει, μπήκαν στο εσωτερικό της Πινακοθήκης και από τον χώρο της έκθεσης άρπαξαν τα έργα τέχνης, βγάζοντάς τα από τις κορνίζες τους. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, κρατούσαν φαλτσέτα, με την οποία έβγαζαν τα έργα από τις κορνίζες τους.
Για την υπόθεση προανάκριση πραγματοποιείται από τη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής, ενώ εκδόθηκαν διεθνείς αναζητήσεις για τον εντοπισμό των έργων τέχνης και διενεργούνται εκτεταμένες έρευνες για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών.
Στο μικροσκόπιο των Αρχών βρίσκεται και το οπτικό υλικό που κατέγραψαν οι κάμερες της Πινακοθήκης.